
Ιωάννης Τσιαμήτρος
Ο Συγγραφέας ξεκινώντας την ανάπτυξη του θέματος, αναφερόμενος σε ένα Συνέδριο με ποιότητα που διοργανώθηκε στην Κοζάνη (2-9-1992) παλιότερα με θέμα σχεδόν ίδιο με το τετράτομό του έργο (Διαχρονικός Ελληνισμός της Ανατολικής. και ΝΑ Ευρώπης), αναρωτιέται γιατί τα πρακτικά αυτού του συνεδρίου είναι δυσεύρετα ή και ανύπαρκτα.
Ενώ αντίθετα κυκλοφορούνται πιο εύκολα βιβλία με τη δαπάνη των Ελλήνων φορολογουμένων, τα οποία είναι εθνικά επιβλαβέστατα. Φέρνει σαν παράδειγμα την έκδοση της ‘Επιτροπής Ιστορίας του Κέντρου για την Δημοκρατία και την Συμφιλίωση στην Ν.Α. Ευρώπη’. Ο Ι.Α. Νικολαϊδης ασκεί κριτική στην έκδοση αυτή, υπονοώντας ότι η Επιτροπή αυτή πασχίζει για τον ανεπαίσθητο αφανισμό ή την πιο ανώδυνη συρρίκνωση του ελληνισμού. Φράσεις όπως ‘οι μαθητές καλούνται να υπερβούν το έθνος’, ‘τα έθνη δεν είναι παρά κατασκευάσματα του νου μας, τα οποία επινοήθηκαν πρόσφατα’, αναγκάζουν τον Νικολαϊδη να ξεσπάσει για τα ανιστόρητα αυτά πράγματα, να αναφωνήσει ότι ‘το Ελληνικό έθνος είναι πανάρχαιο’ και να πληροφορήσει ‘ότι το περιεχόμενο και η μέθοδος των βιβλίων από ελληνική σκοπιά είναι απαράδεκτα έως επικίνδυνα’.
Ο καθηγητής, όμως, της Νεότερης και Σύγχρονης Βαλκανικής Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας και αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, Σπυρίδων Σφέτας σε ανακοίνωσή του με τίτλο ‘κριτική προσέγγιση του εναλλακτικού εκπ/κού υλικού για την διδασκαλία της Νεότερης Ιστορίας της Ν.Α. Ευρώπης μεταξύ άλλων διατυπώνει ότι ‘…όποιες και να ήταν οι προθέσεις των συντακτών των τόμων, ότι δηλαδή η ιστορία πρέπει να γράφεται χωρίς τα στερεότυπα του παρελθόντος, ότι οι Βαλκανικοί λαοί πρέπει να αλληλογνωριστούν, η προσπάθεια τους δεν υπήρξε επιτυχής’ και ρωτά ο καθηγητής Σφέτας τελικά: «Γιατί η πρωτοβουλία αυτή να ανήκει σε διάφορα εξωτερικά κέντρα και να μην είναι μέριμνα του εθνικού κράτους;». Γενικά σε τέτοιες εργασίες η παρουσίαση του ελληνικού δυναμικού μειονεκτεί ευδιάκριτα.
Έτσι, ο Λαζάρου προβαίνει στο να τονίσει την ύπαρξη του Ελληνισμού στην Βαλκανική διαχρονικά και όχι μόνο στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Ξεκινάει από την απώτερη αρχαιότητα με την εκστρατεία των Αργοναυτών και τις κρητομηκυναϊκές ναυτιλιακές επιδόσεις και την ίδρυση των ελληνικών αποικιών στον Εύξεινο Πόντο και τον Δούναβη. Έλληνες κατακλύζουν την Δακία (παλιά Ρουμανία) (Ακορνίων, Απολλόδωρος, Κρίτων κλπ). Αργότερα στους σκοτεινούς χρόνους των καθόδων των μεταναστευτικών λαών δεν απουσιάζουν Έλληνες, οι οποίοι τους εκχριστιανίζουν (π.χ. διάδοση του Ευαγγελίου και της ‘Γοτθικής Γραφής’ από τον Καππαδόκη Έλληνα Γούλφιλα). Ο ελληνικός πολιτισμός διαδίδεται στους Σλάβους και σε όλους τους Βαλκάνιους μέσω του Βυζαντινού στρατού (οχυρά, στόλος στον Δούναβη κλπ).
Η ορθοδοξία στον χώρο της σημερινής Ρουμανίας οφείλεται στους Έλληνες-Ρωμιούς, καθώς και η χρήση της ρωμανικής γλώσσας αντί της σλαβονικής, χάρη στον Έλληνα διάκονο Κορέση, ο οποίος χάρισε στους Ρουμάνους το εθνικό όνομα ‘Ρωμάνος’ που είχε καταντήσει παλιότερα να σημαίνει’ δούλος’. Άλλωστε, ο Πηλιορείτης Δανιήλ Φιλιππίδης (1750-1832), ο πρώτος ιστορικός της Ρουμανίας, καθιέρωσε το εθνωνύμιο ‘Ρουμανία’. Ο δε ομώνυμος του Φιλιππίδης Αλέξανδρος καθηγητής Πανεπιστημίου τεκμηριώνει την εντατική διαδικασία αναρωμανισμού από τον 7ο αιώνα των προς βορράν του Δουνάβεως εδαφών με άνοδο ρωμανικών πληθυσμών σε δίτομη συγγραφή αποδεκτή από Ρουμάνους και μη Ρουμάνους επιστήμονες.
Οι διάσημοι ‘Ρουμάνοι’ Βασίλειος Λούπος και Μιχαήλ Γενναίος ήταν Ηπειρώτες, ενώ ο ομογενής εγκατεστημένος στη Ρουμανία Νικόλαος Σπαθάρης-Milescu συνέβαλε στην ανάσχεση της εξαπλώσεως του Ισλαμισμού στην Ευρώπη προ των πυλών της Βιέννης (1683). Οι Φαναριώτες συνέβαλαν στην πνευματική και Ρουμανική εθνική αναγέννηση και σε όλους τους τομείς της ζωής των Ρουμάνων οι Έλληνες είναι παρόντες (Αντώνιος Θ. Σπηλιωτόπουλος-1869-1944).
Ο Βούλγαρος καθηγητής Alex Balabanov σε μετάφραση Ν. Κ. Ανδριώτη παραδέχεται εκείνα που η Βουλγαρία χρωστάει σε αυτήν την γειτονιά (Έλληνες). Ακόμα και την πνοή της ελευθερίας.
Όσον αφορά στην Αλβανία ο ακραιφνέστερος Σκυπιτάρος-Αλβανός του μεσοπολέμου Basri-bey με ανωτερότητα δίνει την εξής πληροφορία: «Αναγνωρίζουμε τον ελληνικό χαρακτήρα της Ν. Αλβανίας». Την ομολογία του υπερθεματίζει ο Ιταλός δημοσιογράφος Antonio Canini για τα βορειότερα της Β. Ηπείρου: «Αυτή η υπεροχή του Ελληνικού στοιχείου δεν οφείλεται στη δύναμη: Είναι ένα φυσικό επακόλουθο της φυλετικής και πολιτιστικής ανωτερότητας, η οποία ακόμη και κατά τις δυσχερέστερες για το ελληνικό έθνος περιόδους δεν είχε παύσει». Τους δε Βλάχους, ο ίδιος δημοσιογράφος, όπως και Victor Berard (‘Τουρκία και Ελληνισμός’), δεν τους διακρίνει φυλετικά από τους Έλληνες.
(Σκιαγράφηση, από το Γιάννη Τσιαμήτρο, δημοσιεύματος – επίκαιρου όσο ποτέ – του Ρωμανιστή- Βαλκανιολόγου Α. Λαζάρου, που βρίσκεται στο Α΄ Τόμο του έργου του, με τίτλο ‘Ελληνισμός και Λαοί της ΝΑ Ευρώπης’, Αθήνα 2009, χορηγία καταστήματα S-M Δούκα)
Δείτε Επίσης
Οι Αρβανιτόβλαχοι στη Ρούμελη – Στερεά Ελλάδα
8 Ιανουαρίου 2020, 07:34Μία γλώσσα χωρίς μία λέξη
30 Δεκεμβρίου 2019, 22:39Τα ονόματα των Βλάχων
15 Οκτωβρίου 2019, 12:27Τα ονόματα των Βλάχων
15 Οκτωβρίου 2019, 12:27Οι Αρειμάνιοι Βλάχοι
29 Ιουνίου 2019, 10:49Τσελιγκάτα Βλάχων και Σαρακατσάνων
30 Απριλίου 2019, 10:28Κοινοποιηση